ΑΝΑΚΑΛΨΤΕ. ΙΣΤΟΡΙΑ.

Οι Stradioti της Νάπωλης της Ρωμανίας

ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ STRADIOTI

Οι Stradioti

Οι μισθοφορικές ομάδες των stradioti έδρασαν στον ευρωπαϊκό χώρο από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα. Βασικός τους πυρήνας ήταν μισθοφόροι ελαφρύ ιππείς που είχαν στρατολογηθεί από το βενετικό κράτος στις κτήσεις του στην Πελοπόννησο. Πολύ αργότερα συμπεριλήφθησαν και ιππείς από τα δυτικά Βαλκάνια.

H ονομασία Stradioti αποτελεί προφανές γλωσσικό δάνειο της ελληνικής (στρατιώτης) στη βενετική.

Οι ομάδες αυτές στρατολογήθηκαν σε μεγάλο βαθμό (κατά 80%) ανάμεσα σε Αρβανίτες εποίκους που είχαν φτάσει στην Πελοπόννησο μέσω της μεγάλης μεταναστευτικής κίνησης που σημειώθηκε κυρίως στις αρχές του 15ου αιώνα και είχαν εγκατασταθεί από τους Βυζαντινούς στο Δεσποτάτο του Μυστρά, με βασικό όρο την προσφορά πολεμιστών στην κεντρική εξουσία, ενώ τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και την καλλιέργεια της παραχωρημένης γης.

Οι Αρβανίτες πολεμιστές προστέθηκαν στις ομάδες των γηγενών στρατιωτών τις οποίες διατηρούσαν άρχοντες του Δεσποτάτου, συνθέτοντας άλλοτε αμιγή σώματα εποίκων και άλλοτε μεικτά σώματα γηγενών και εποίκων ιππέων.
Στα μέσα του 15ου αιώνα και κυρίως μετά την κατάρρευση του Δεσποτάτου,  οι ομάδες αυτές αναζήτησαν καταφύγιο στις βενετικές κτήσεις.

Οι Βενετοί αποκαλούσαν τους εξελληνισμένους Αρβανίτες που ήρθαν από τις περιοχές του Δεσποτάτου στα έγγραφά τους «albanesi greci», δηλαδή Ελληνοαλβανούς, τοποθετώντας τους δίπλα στους «greci», στους Έλληνες μισθοφόρους τους, ντόπιους και μετοίκους.

Οι στρατιώτες αυτοί έγιναν δεκτοί από τους Βενετούς με το ίδιο καθεστώς υπό το οποίο διατελούσαν όταν βρίσκονταν στο βυζαντινό έδαφος και το οποίο είχε αποδειχτεί πολύ αποτελεσματική πρακτική (usanza greca). Το κράτος τους παραχώρησε γη για να εγκατασταθούν μαζί με τις οικογένειες τους, γη την οποία καλλιεργούσαν όταν δεν πολεμούσαν και την οποία φρόντιζαν οι οικογένειες τους όταν οι ίδιοι βρίσκονταν σε εκστρατεία προς απόκρουση εξωτερικού εχθρού- είτε ήταν Οθωμανοί είτε οι Έλληνες του Δεσποτάτου- ή εκτελούσαν υπηρεσία περιπολίας της υπαίθρου στο εσωτερικό της κτήσης για τον περιορισμό της ληστρικής δράσεις ατάκτων.  

Κατά το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα και καθ’ όλη τη διάρκεια του 16ου αιώνα, οι Βενετοί χρησιμοποίησαν τους stradioti στις συγκρούσεις τους με τους Οθωμανούς στην Ανατολή. Προς τα τέλη του 15ου αιώνα και στις πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα χιλιάδες stradioti μετατέθηκαν στα Βενετοκρατούμενα Επτάνησα, στην Ιταλία και στα Ενετό-Οθωμανικά σύνορα του Φριούλι και της Δαλματίας.


Stradioti του 16ου αιώνα
H.F.E. Philippoteaux (1850)

Έχουν σπαθί, λόγχη με σημαία και απελατίκι. Πολύ λίγοι φορούν θώρακα, γενικά φορούν βαμβακερές μανδύες, ραμμένες με ιδιαίτερο τρόπο. Τα άλογά τους είναι μεγαλόσωμα, συνηθισμένα στις κακουχίες, τρέχουν σαν πουλιά, κρατούν πάντα ψηλά το κεφάλι και ξεπερνούν όλα τα άλλα σε ελιγμούς μάχης. Αμέτρητοι από αυτούς τους stradioti βρίσκονται στο Ναύπλιο και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας που βρίσκονται κάτω από τη Σινιορία και θεωρούν τις οχυρωμένες πόλεις τους ως την αληθινή τους πανοπλία και λόγχη.

Marino Sanuto, Commentarii della guerra di Ferrara (Βενετία, 1829)

ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ STRADIOTI

Η Αργοναυπλία στα τέλη του 14ου αιώνα

Τα πρώην λατινικά φέουδα του Άργους και της Ναυπλίας πέρασαν στα χέρια των Βενετών το 1388, όταν η κληρονόμος του οίκου των Ανγκιάν (d’ Engien), Marie d’Enghien,  αναγκάστηκε να πουλήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα μετά τον πρόωρο θάνατο του συζύγου της Pietro Cornaro, γόνο μιας από τις πλουσιότερες και με ισχυρές πολιτικές διασυνδέσεις οικογένειες της βενετικής Δημοκρατίας.

Η Βενετία θεωρούσε τη περιοχή διπλής στρατηγικής σημασίας, αφενός στο πλαίσιο της πολιτικής της για τη δημιουργία μιας αλυσίδας ναυτικών βάσεων προς την Ανατολή με σκοπό την προστασία των εμπορικών της συμφερόντων, και αφετέρου ως σημείο εκκίνησης προκειμένου να κατακτήσει την υπόλοιπη Πελοπόννησο.

Ωστόσο πριν προλάβουν να έρθουν οι Βενετοί, το Άργος κατακτήθηκε από τον Δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο Α’ Παλαιολόγο και το Ναύπλιο από τον πεθερό και σύμμαχό του, Νέριο Α’ Ατσαγιόλι, Δούκα των Αθηνών και ηγεμόνα της Κορίνθου. Το 1389, το Ναύπλιο ανακτήθηκε από τους Βενετούς αλλά ο Θεόδωρος πήρε το χρόνο του και παρέδωσε το Άργος το 1394.

Σε αντίθεση με το παραθαλάσσιο Ναύπλιο που εξελίχθηκε σε ισχυρό, οχυρωμένο λιμάνι, το Άργος, ως κατεξοχήν γεωργοκτηνοτροφική περιοχή και με την Κόρινθο στα χέρια των εχθρών της Γαληνότατης, παρέμεινε εκτεθειμένο στις εχθρικές εκδρομές. Το 1397, σημειώθηκε επιδρομή του Οθωμανού πολέμαρχου Γαζή Εβρενού μπέη, ο οποίος είχε λεηλατήσει το Άργος ξανά για λογαριασμό του Δεσπότη του Μυστρά αλλά και του Καρόλου Τόκκου το 1395. Έχοντας περάσει από το αναγνωριστικό στάδιο στη γνώση της πελοποννησιακής πολιτικής κατάστασης και γεωγραφίας, ο Εβρενός το 1397 και με στρατιωτικό σώμα 600-800 ανδρών λεηλάτησε και κατέκαψε τον αργολικό κάμπο, πυρπόλησε το κάστρο της Λάρισα και, αποχωρώντας, πήρε μαζί του χιλιάδες κατοίκους αιχμάλωτους (πηγές μιλάνε για 14.000 ακόμα και για 30.000 ψυχές, αριθμός που πρέπει να αντιμετωπιστεί με επιφύλαξη) τους οποίους οδήγησε σε αναγκαστικό εποικισμό στις κτήσεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στη Μικρά Ασία.  

Η μαζική αυτή μετακίνηση του αγροτικού αλλά και αστικού πληθυσμού του Άργους είχε δραματικές συνέπειες για την περιοχή. Οι Βενετοί κινητοποιήθηκαν άμεσα για να αντιμετωπίσουν το δημογραφικό κενό που άφησε η επιδρομή του Εβρενού. Ωστόσο τα μέτρα προσέλκυσης ανθρώπινου δυναμικού δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα.

ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ STRADIOTI

Ο εποικισμός του βενετικού Ναυπλίου

Η αδυναμία των Παλαιολόγων να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους Οθωμανούς και οι μικροδιαφορές μεταξύ των αρβανίτικων φαρών που υπηρετούσαν στο βυζαντινό στρατό οδήγησαν στη δημιουργία ενός κύματος προσχωρήσεων των Αρβανιτών ιππέων στις βενετικές κτήσεις.

Από τους πρώτους που αναζήτησαν καλύτερη τύχη και υπηρεσία στις κτήσεις της Γαληνότατης ήταν ένα τμήμα της πολυάριθμης φάρας των Μπούα. Το 1423, ο φύλαρχος Μπούας Κούκης, ο οποίος είχε έρθει σε ρήξη με τον τότε Δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο Β’ Παλαιολόγου επειδή η φάρα του είχε υποσκελιστεί από την άλλη πολυάριθμη φάρα και εχθροί των Μπούα, τους Μπόχαλη, προσφέρθηκε να έρθει από την Αρκαδία στην υπηρεσία των Βενετών της Μεθώνης και της Κορώνης μαζί με όλους τους δικούς του που αποτελούνταν από τέσσερις «κατούνες».

Αρχικά, η πρότασή αυτή απορρίφθηκε από τους Βενετούς, οι οποίοι δεν έβλεπαν με καλό μάτι τους ιππείς Αρβανίτες στρατιώτες του Δεσποτάτου, που οι Παλαιολόγοι χρησιμοποιούσαν για να παρενοχλούν τους Βενετούς στα κοινά σύνορα. Δύο χρόνια αργότερα όμως δέχτηκαν με στόχο να εξασφαλίσουν τα κάστρα τους από τις διεκδικήσεις του Δεσποτάτου αλλά κυρίως από τις επιδρομές των Οθωμανών και οι άνδρες του Μπούα, μαζί με τις οικογένειες τους, τοποθετήθηκαν από τους Βενετούς ανάμεσα στο Άργος και το Ναύπλιο στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία.

Στη συνέχεια και καθώς εντείνονταν η εμφύλια διαμάχη των αδερφών Παλαιολόγου για την εξουσία του Δεσποτάτου με φόντο την οθωμανική απειλή, όλο και περισσότεροι Αρβανίτες και στρατιώτες εγκατέλειψαν το Δεσποτάτο και προσχώρησαν στις δυνάμεις της Βενετίας για την υπεράσπιση του Μοριά. Πάγιο αίτημα στις διαπραγματεύσεις που έκαναν οι Αρβανίτες με τις βενετικές αρχές ήταν η παραχώρηση τόπου εγκατάστασης για τις οικογένειές τους.

Οι τίτλοι που παραχωρούνταν στους stradioti δεν ήταν τίτλοι κυριότητας αλλά επικαρπίας με δυνατότητα κληρονομικής μεταβίβασης του εμπράγματου δικαιώματος αυτού στους απογόνους τους, αρκεί ο αριθμός των stradioti που είχε υποχρεωθεί να παρέχει κάθε οικογένεια στη Βενετία να έμενε σταθερός. Οι ακίνητες περιουσίες που μπορούσαν να σχηματιστούν από παραχωρήσεις εδαφών, επιβραβεύσεις για καλές υπηρεσίες, ήταν σημαντικές.

Όμως αρχικά οι Βενετοί προόριζαν για stradioti μόνο ένα μικρό τμήμα των εποίκων που δέχονταν στη κτήση τους. Δεν προχώρησαν σε ενεργή στρατολόγηση και ασχολήθηκαν πρωτίστως με την εσωτερική οργάνωση, για τις ανάγκες ασφάλειας και τήρησης της τάξης, των μισθοφορικών ομάδων τους.  Ομάδες Αρβανιτών που δεν είχαν γίνει δεκτές στη κτήση των Βενετών διενεργούσαν φόνους και ληστείες είς βάρος τόσο των κατοίκων της υπαίθρου όσο και των ταξιδιωτών. Το 1450 η εγκληματικότητα στα περίχωρα του Ναυπλίου είχε αυξηθεί αισθητά. Έτσι, η πρώτη βασική αποστολή των stradioti του Ναυπλίου, αυτοχθόνων μισθοφόρων και στρατολογημένων albanesi greci, ήταν εναντίων των ατάκτων.

Μετά την οριστική κατάληψη του Δεσποτάτου από τους Οθωμανούς το 1461, ο κίνδυνος για τις βενετικές κτήσεις ήταν πλέον ορατός. Οι Βενετοί δεν ήθελαν πόλεμο με τους Οθωμανούς λόγω των έντονων εμπορικών σχέσεων με την Ανατολή, αλλά δεν τον απέφευγαν. Όταν  τον Απρίλιο του 1463 οι Οθωμανοί κατέλαβαν το Άργος, οι Βενετοί κήρυξαν τον πόλεμο στους Οθωμανούς και προχώρησαν σε μαζική στρατολόγηση ιππέων προερχόμενοι από τις πρώην περιοχές του Δεσποτάτου. Οι τοπικές δυνάμεις ανασυντάχθηκαν  και με την βοήθεια των Βενετών, συγκρούστηκαν σε διάφορα μέτωπα με τους Οθωμανούς. Ο πρώτος Βενετοτουρκικός πόλεμος κράτησε από το 1463-1479.

ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ STRADIOTI

Stradioti στη Ναυτική Εκστρατεία

Οι Stradioti από το Ναύπλιο και το Άργος πρωταγωνίστησαν στην επιτυχημένη ναυτική εκστρατεία των Βενετών το 1470-1474 που είχε στόχο τα μικρασιάτικα παράλια και τα νησιά του Αιγαίου προς αντιπερισπασμό του οθωμανικού ναυτικού και ανατροπή του κλίματος φυγής των Βενετών υπηκόων, που είχε δημιουργηθεί μετά την απώλεια του Negroponte (Χαλκίδα Εύβοιας) και την σφαγή των βενετών εμπόρων. Το στρατιωτικό επιτελείο των Βενετών αποφάσισε να εφοδιαστεί κάθε πλοίο με αριθμό stradioti με τα άλογα τους, οι οποίοι στέλνονταν να διενεργήσουν τις αποβατικές επιχειρήσεις. Οι Stradioti ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να ανταποκριθούν στο είδος αυτό του άτακτου πολέμου.

Οι ιππείς που επιβιβάστηκαν στα πλοία για τις αποβατικές επιχειρήσεις προέρχονταν από τις κτήσεις του Ναυπλίου και του Άργους. Τους θεωρούσαν οι πιο γενναίοι ανάμεσα στους stradioti. Σύμφωνα με τις πηγές, πρέπει να εκστράτευσαν στα πλοία του Βενετικού στόλου τουλάχιστον 470 stradioti της περιοχής με τα άλογά τους.

Οι έφοδοι στα παράλια ξεκινούσαν πριν ξημερώσει. Τα πλοία (γαλέρες) προσέγγιζαν στα ρηχά, τα σώματα των stradioti αποβιβάζονταν και χτυπούσαν αιφνιδιαστικά τις περιοχές παίρνοντας λάφυρα και ότι μπορούσαν να αρπάξουν, ενίοτε και ανθρώπους κάθε φύλου και ηλικίας και ζώα κάθε είδους. Ώσπου να ειδοποιηθεί και να συγκεντρωθεί το τούρκικο ιππικό, διέφευγαν πάλι στα πλοία.
Μεταξύ άλλων χτυπήθηκαν η Αττάλεια, η Σμύρνη, η Μίκρα, η Μάκρη και τα Μύρα της Λυκίας.

Στους stradioti είχε δοθεί η υπόσχεση αμοιβής ενός δουκάτου ανά σκοτωμένο Τούρκο και, ως απόδειξη, έπρεπε να επιδείξουν το κεφάλι του στο διοικητή τους, πρακτική που έκτοτε υιοθέτησαν σε μόνιμη βάση.

Όταν η προσοχή της Βενετίας στράφηκε στην Κύπρου, μεταφέρθηκαν σταδιακά στο νησί οι πρώτοι Stradioti από τις φρουρές των πελοποννησιακών κτήσεων του Ναυπλίου και της Μεθώνης και Κορώνης.

Βενετική γαλέρα στα τέλη του 15ου αιώνα
Conrad Grünenberg (1487)

ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ STRADIOTI

Μεταφορά στα μέτωπα της Ιταλίας

Η Συνθήκη ειρήνης του 1479 προέβλεπε τον αφοπλισμό των Stradioti και την παράδοση αρκετών περιοχών που είχαν στους Οθωμανούς. Οι συμφωνίες αυτές πυροδότησαν μια εκτεταμένη ανταρσία στο Μοριά αρχηγών μεγάλων μονάδων stradioti που προέρχονταν από τη Μάνη, και συγκεκριμένα του Κροκόδειλου Κλαδά, με τον οποίον ενώθηκαν οι αρχηγοί Θεόδωρου Μπούα και Μέξα Μποζίκη από το Ναύπλιο. Ο Μπούας πριν κατέβει στη Μάνη, επιτέθηκε σε Οθωμανούς ομάδα γενίτσαρων του Άργους, σκοτώνοντάς τους όλους.

Η ανταρσία αυτή δυναμίτισε τις εύθραυστες σχέσεις της Βενετίας με τους Οθωμανούς. Προκειμένου να αποδείξουν ότι δεν επικροτούσε τις κινήσεις των πρώην μισθοφόρων της, η Βενετία επικήρυξε τους στασιαστές και αιχμαλώτισε την οικογένεια του Κλαδά (αναζήτησε την οικογένεια του Μπούα στις κατούνες γύρω από το Ναύπλιο αλλά δεν βρήκε τίποτα) και προσπάθησε να αποκλείσει το υπόλοιπο μισθοφορικό στράτευμα από το να βοηθήσει και να προσχωρήσει στη εξέγερση. Οι στασιαστές γλύτωσαν από τις εκστρατείες των Οθωμανών στη Μάνη, ο Μπούας διαφεύγοντας στη Μονεμβασία, όπου συνελήφθη από τους Βενετούς, και ο Κλαδάς στην Ιταλία.

Ανίκανη να ελέγξει τους πρώην μισθοφόρους της που δημιουργούσαν συνεχώς εστίες ανάφλεξης με τους διοικητικούς αντιπροσώπους της Υψηλής Πύλης αλλά θέλοντας ταυτόχρονα να εκμεταλλευτεί το πλεόνασμα φτηνών και ευέλικτων ιππέων σε άλλα μέτωπα, η Βενετία υιοθέτησε τη λύση της μαζικής μεταφοράς χιλιάδων Stradioti από τις κτήσεις του Μοριά στην Ιταλία για να πολεμήσουν τους Οθωμανούς στο Φριούλι και αργότερα τους Γάλλους στη κεντρική Ιταλία, και αρκετών εκατοντάδων στη νέα κτήση της, την Κύπρο καθώς και στα δαλματικά παράλια.

Μετά από διαπραγματεύσεις και με αντάλλαγμα την αμνηστία για τους ίδιους και προνόμια για τις οικογένειές τους, χιλιάδες συμφώνησαν να εκπατριστούν. Έτσι η Βενετία εκκένωσε τις κτήσεις της από το μεγαλύτερο μέρος του μάχιμου δυναμικού της. Η «μεταφύτευση» αυτή, όπως χαρακτηρίζεται στα βενετικά έγγραφα της εποχής, εξακολούθησε για όλο τον 15ο έως και τις πρώτες δύο δεκαετίες του 16ου αιώνα.

Το Μάιο του 1482, ανήμερα του Πάσχα, 300 από τους stradioti του Ναυπλίου που συναίνεσαν να εκπατριστούν έφυγαν με πανηγυρικό τρόπο από το λιμάνι για την Ναύπακτο, όπου μετεπιβιβάστηκαν στα πλοία του βενετικού στόλου που θα τους πήγαιναν στην Ιταλία. Πολύ λίγοι από αυτούς έμελε να γυρίσουν πίσω. 

Εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις, οι οικογένειες των stradioti που μεταφέρθηκαν στην Ιταλία δεν ακολούθησαν. Στη περίπτωση της Κύπρου και της Δαλματίας όμως, οι Βενετοί μετέφεραν συστηματικά και άμαχο πληθυσμό.


ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ STRADIOTI

Το τέλος του Ενετικού Ναυπλίου

Το 1499-1503 το Ναύπλιο αντιμετώπισε έναν νέο βενετοτουρκικό πόλεμο με πολύ λιγότερες δυνάμεις. Η νέα συνθήκη ειρήνης  κράτησε τρία χρόνια κατά το διάστημα των οποίων οι οθωμανικές πιέσεις για την υφαρπαγή των καλλιεργήσιμων εδαφών της ενδοχώρας του Ναυπλίου συναγωνίζονταν την απεγνωσμένη προσπάθεια των stradioti του Ναυπλίου να διατηρήσουν τα εδάφη που τους είχαν παραχωρηθεί.

Το 1506 η διευθέτηση των συνόρων  μεταξύ Υψηλής Πύλης και Βενετίας σφράγισε το μέλλον του Ναυπλίου που δεν είχε πλέον ενδοχώρα να καλλιεργήσει, να συντηρηθεί και να μετακινηθεί. Η άμυνα του Ναυπλίου έφτασε να στηρίζεται ολοκληρωτικά στις λίγες εκατοντάδες stradioti provisionati που ήταν οι μόνοι που φοβούνταν οι Οθωμανοί. Οι Αρβανίτες στρατιώτες είχαν περιοριστεί σε χαμηλής ποιότητας καλλιεργήσιμη γη, κυρίως αμπέλια και ελάχιστα σιτηρά. Έτσι, πολλές οικογένειες στρατιωτών, που δεν είχαν πλέον πόρους ζωής, κατέφευγαν στις όμορες τουρκοκρατούμενες περιοχές ή στα γύρω νησιά και η περιοχή σταδιακά αποψιλώθηκε πληθυσμιακά.

Το 1529, ο βάιλος Victor Diedo έκανε έκκληση να μετατεθούν οι ναυπλιώτες stradioti που υπηρετούσαν σε άλλα μέτωπα, στην Ιταλία και στη Δαλματία, πίσω στο Ναύπλιο. Πρόφτασαν να γυρίσουν μόνο ορισμένοι Μποζίκη, Πλατανίτη, Μάνεση, μερικοί από τους Ανδρομίδα, Αργίτες και ορισμένοι Παλαιολόγοι.

Οι πληθυσμιακή αιμορραγία υπαγόρευσε τελικά την απόσυρση της Βενετίας από το Ναύπλιο, το οποίο παραδόθηκε στους Οθωμανούς.
Κατά την παράδοση, ο ναύαρχος Mocenigo κάλεσε τους τελευταίους Stradioti του Ναυπλίου να τον ακολουθήσουν δηλώνοντας ότι ο πόλεμος δεν τελείωσε και ότι η ελευθερία τους εξασφαλιζόταν από τα βενετικά όπλα ακόμα κι αν έχαναν την πατρίδα τους. Το Νοέμβρη του 1540 ο βενετικός στόλος μπήκε για τελευταία φορά στο Ναύπλιο για να παραλάβει τους stradioti και τις οικογένειες τους.

Η μνήμη της αγαπημένης πατρίδας, επέζησε για γενιές Stradioti, όπως και η ταυτότητα του «ναυπλιώτη» αποτέλεσε πρόκριμμα για την ένταξη στην Ελληνική Αδελφότητα της Βενετίας, πέρα από κάθε ιδιαίτερη προέλευση.


Η εικόνα της δέησης στον ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία είναι αφιέρωμα των αδελφών Ιωάννη και Γεώργιος Μάνεση του 1546

Βιοβλιογραφία

Αποκτήστε περισσότερες γνώσεις για την ιστορία των Stradioti μελετώντας τις πηγές


Κορρέ Κ., “Μισθοφόροι Stradioti της Βενετίας. Πολεμικοί και κοινωνική λειτουργία”, Διδακτορική Διατριβή, Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Ιστορίας, Κέρκυρα 2017

Μπίρη Κ., “Αρβανίτες Οι Δωριείς του Νεώτερου Ελληνισμού,” Εκδοτικός Οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ, 1998

Παναγιωτόπουλος Β., “Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου, 13ος-18ος αιώνας”, Ιστορικό Αρχείο-Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1987

Πούλος Ι., “Η εποίκησις των Αλβανών εις Κορινθίαν”, Αθήνα 1950

Κύλιση στην κορυφή