
ΑΝΑΚΑΛΥΨΤΕ. ΙΣΤΟΡΙΑ.
Ο Λόφος του Μαστού
Ένας σημαντικός Νεολιθικός & Πρωτοελλαδικός οικισμός
Ο λόφος του Μαστού πήρε το όνομά του από την ομοιότητα του με το γυναικείο μαστό. Ο κωνικός ασβεστολιθικός σχηματισμός, του οποίου η κορυφή φτάνει στα 246 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, βρίσκεται σε ένα γεωλογικό τοπίο από μάργα και φλύσχη και εύφορα εδάφη, στη δυτικότερη γωνία της κοιλάδας του Μπερμπατίου. Στη βορειοανατολική πλευρά του λόφου εκτείνεται η βαθιά διαβρωμένη χαράδρα του Κεφαλαρίου με το ρέμα του Αστερίωνα που μέχρι πρότινος έφερε νερό όλο το χρόνο.
Τα αρχαιότερα ευρήματα στον Μάστο χρονολογούνται στη Μέση Νεολιθική περίοδο (5800-5300 π.Χ.) και η κατοίκηση φαίνεται να παρουσίαζε συνέχεια κατά την Ύστερη Νεολιθική και στην Τελική Νεολιθική περίοδο (4500-3200 π.Χ.), όταν ο λόφος του Μαστού έγινε ο τόπος εγκατάστασης ενός σημαντικού οικισμού έκτασης περίπου 20 στρεμμάτων, μιας ακμάζουσας αγροτικής κοινότητας με εξαιρετική πρόσβαση σε αξιόπιστες πηγές νερού και αρόσιμα εδάφη. Ο οικισμός εκτιμάται ότι βρέθηκε στη μέγιστη έκτασή του κατά την Πρωτοελλαδική περίοδο ΙΙ (2650–2200 π.Χ.), όταν οι κάτοικοι του λόφου του Μαστού μοιράζονταν την κοιλάδα του Μπερμπατίου με πολλές άλλες αξιόλογες κοινότητες που βρίσκονταν σε θέσεις κοντά σε γεωργικά εκμεταλλευόμενα εδάφη, αλλά και με μικρότερες κτηνοτροφικές κοινότητες στα βουνά.
Δεν υπάρχουν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που να έχουν χρονολογηθεί από εκείνη την περίοδο. Η κατάσταση αυτή αλλάζει στην Πρωτοελλαδική περίοδο με την εμφάνιση αρχιτεκτονικής στην ΠΕ περίοδο ΙΙ (περ. 2650-2200 π.Χ.), όταν ο οικισμός του Μαστού εκτιμάται ότι ήταν στην μεγαλύτερη έκταση του. Δύο ορθογώνια συγκροτήματα κατοικιών που πλαισιώνονται από έναν μικρό δρόμο με πέτρινα βότσαλα, πολυάριθμους βόθρους (τεχνητά δημιουργημένους λάκκους) και τεράστιες ποσότητες αγγείων διαφορετικών λειτουργικών σχημάτων βρέθηκαν σε μια σημαντικά συγκεντρωτική περιοχή, υποδηλώνοντας ότι επιπλέον κτήρια θα πρέπει να καταλάμβαναν τη νότια και νοτιοανατολική πλευρά του λόφου του Μαστού και υποδεικνύοντας δραστηριότητες που πραγματοποιούνταν σε ένα σύνθετο αρχιτεκτονικό και κοινωνικό περιβάλλον κατά την ΠΕ περίοδο ΙΙ. Η κεραμική έχει πολλές ομοιότητες με εκείνη άλλων οικισμών της ευρύτερης περιοχής της αργειακής πεδιάδας και της Κορινθίας.
Τα συγκροτήματα κατοικιών μαρτυρούσαν ένα υψηλό επίπεδο στέγασης καθώς και ένα εξαιρετικά ανεπτυγμένο κοινωνικό σύστημα, έναν πολιτισμό μικροκτηματίων που είχε προχωρήσει σημαντικά προς μια γνήσια κουλτούρα πόλης με σχεδιασμό συγκεντρωμένης κατοίκησης και κλάδους χειροτεχνίας – την τέχνη της κατασκευής αγγείων από πηλό – ήδη ανεξάρτητοι από την μεμονωμένη μονάδα κατοικίας. Μια από τις κατοικίες ανήκε στον τύπο του μεγάρου, με μια μεγάλη αίθουσα, στη μέση της οποίας βρέθηκε στρογγυλή εστία από τερακότα με συναφή στρώμα στάχτης.
Ενώ οι αναταράξεις της Πρωτοελλαδικής περιόδου ΙΙΙ (2200–2000 π.Χ.) οδήγησαν σε μια ταχεία διαδικασία ερήμωσης της υπόλοιπης κοιλάδας του Μπερμπατίου, ένας μικρότερος οικισμός συνέχισε να υπάρχει στη νότια πλαγιά του λόφου του Μαστού, πιθανώς λόγω της ευνοϊκής θέσης του στην κοιλάδα, αλλά και λόγω της μεγάλης και βιώσιμης κοινότητάς που υπήρξε για πολλές γενιές πριν τις σημαντικές πολιτισμικές αλλαγές που σημειώθηκαν γύρω στο 2200 π.Χ.
Ο Μαστός συνέχισε να είναι ο μοναδικός οικισμός σε ολόκληρη την κοιλάδα του Μπερμπατίου στο τέλος της Μεσοελλαδικής και μέχρι την πρώιμη φάση της Υστεροελλαδικής περιόδου (1550–1500 π.Χ.).

Άποψη της δυτικής πλευράς του λόφου του Μαστού το 1935
Αρχείο Åke Åkerström, Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών

Κυκλική εστία και βόθρος, Πρωτοελλαδικός οικισμός
Säflund G., Excavations at Berbati 1936-1937

Πρωτοελλαδικός οικισμός, Ανασκαφές
Säflund G., Excavations at Berbati 1936-1937

Πρωτοελλαδικός οικισμός, Περιοχή ανασκαφής
Säflund G., Excavations at Berbati 1936-1937

Πρωτοελλαδικός οικισμός, Πίθος
Säflund G., Excavations at Berbati 1936-1937

Πρωτοελλαδικός οικισμός, Ασκός 2200-2000 π.Χ.
Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Η Συνοικία του Αγγειοπλάστη
Στο τέλος της Μεσοελλαδικής περιόδου (περ. 2000–1600 π.Χ.) και στην πρώιμη φάση της Υστεροελλαδικής περιόδου (περ. 1600–1070 π.Χ.), υπήρχε μόνο ένας οικισμός σε ολόκληρη την κοιλάδα του Μπερμπατίου, που βρισκόταν στο λόφο του Μαστού. Από τον δέκατο τέταρτο αιώνα π.Χ. και μετά, σημειώθηκε μια σημαντική επέκταση της κατοίκησης σε ολόκληρη την κοιλάδα όπως και επίσης στο οροπέδιο των Λιμνών και κατά την Υστεροελλαδική περίοδος ΙΙΑ (περ. 1500-1440 π.Χ.), το Μπερμπάτι δείχνει να εξελίχθηκε σε έδρα μιας μικρής αλλά ανεξάρτητης ηγεμονίας, όπως τεκμηριώνεται από την παρουσία του θολωτού τάφου που βρέθηκε περίπου 400 μ. βόρεια του Μαστού αλλά και άλλων υστεροελλαδικών κτισμάτων.
Όμως, τα κύρια στοιχεία για την Υστεροελλαδική δραστηριότητα στον λόφο του Μαστού προέρχονται από μια περιοχή στην κάτω ανατολική πλαγιά του λόφου, όπου στην Υστεροελλαδική περίοδο ΙΙ (περ. 1500-1390 π.Χ.), ένας μεσοελλαδικός ταφικός χώρος αντικαταστάθηκε από ένα εργαστήριο αγγειοπλαστικής, αποτελούμενο από έναν κλίβανο με συναφείς απορριμματοφόρους και τουλάχιστον ένα κτίσμα, που πιθανότατα σηματοδοτούν την αρχή της εξειδικευμένης παραγωγής μυκηναϊκής κεραμικής στο χώρο.
Στα ευρήματα κυριαρχούν μικρά, ανοιχτά αγγεία υψηλής ποιότητας, γεγονός που υποδηλώνει ότι το εργαστήριο κεραμικής στον Μαστό προοριζόταν από την πρώτη στιγμή για την εξειδικευμένη παραγωγή εκλεκτών αγγείων πόσης.
Στην ΥΕ περίοδο ΙΙΙΑ1 (περ. 1390-1370 π.Χ.) εντατικοποιήθηκε η δραστηριότητα στον λόφο του Μαστού, η οποία εξαπλώθηκε για να ενσωματώσει το μεγαλύτερο μέρος του λόφου και στη συνέχεια σε ολόκληρη την κοιλάδα του Μπερμπατίου, όπου κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ2 (περ. 1370-1300 π.Χ.) έως και την ΥΕ ΙΙΙΒ1 (περ. 1300-1270 π.Χ.) σημειώθηκε μια αύξηση της οικιστικής δραστηριότητας και εντατικοποίηση της χρήσης γης σε νέες θέσεις σε όλη την κοιλάδα. Στον λόφο του Μαστού εντοπίστηκε μια δραματική ποσοτική αύξηση των ευρημάτων σε σχέση με την προηγούμενη φάση καθώς και μια σημαντική επέκταση των περιοχών δραστηριότητας που εξαπλώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος του λόφου. Το εστιακό σημείο δραστηριότητας μετατοπίστηκε από την ανατολική χαμηλή πλαγιά προς τις δυτικές και νοτιοδυτικές πλαγιές, υποδηλώνοντας ένα είδος δομικής αναδιοργάνωσης των περιοχών δραστηριότητας στην αρχή της ΥΕ περιόδου ΙΙΙ.
Το εργαστήριο αγγειοπλαστικής στην κατώτερη ανατολική πλαγιά του λόφου του Μαστού δείχνει να χρησιμοποιήθηκε ως την ΥΕ περίοδο ΙΙΙΑ1 (περ. 1390-1370 π.Χ.), οπότε έπαψε να λειτουργεί ενώ αντικαταστάθηκε αργότερα από ένα μεγαλύτερο κτήριο που κάλυψε την προηγούμενη κατασκευή. Η παραγωγή κεραμικής δείχνει να μεταφέρθηκε στην κατώτερη ζώνη της δυτικής-νοτιοδυτικής πλαγιάς του λόφου κάποια στιγμή κατά την ΥΕ περίοδο ΙΙΙΑ (περίπου 1390-1300 π.Χ.), για λόγους που ίσως σχετίζονται με την αλλαγή του τρόπου κατανάλωσης της παραχθείσας κεραμικής στις αρχές της Υστεροελλαδικής ΙΙΙ περιόδου, η ζήτηση της οποίας δεν μπορούσε πλέον να καλυφθεί επαρκώς από την οργάνωση του παλαιού εργαστηρίου.
Αν και δεν έχει ακόμη βρεθεί άλλος κλίβανος, η παραγωγή κεραμικής στον Μαστό ήταν εκτεταμένη κατά την ακμή της μυκηναϊκής περιόδου. Η έμφαση στα μικρά, ανοιχτά σχήματα υποδηλώνει μια εξειδικευμένη παραγωγή που απευθύνεται σε μια αγορά πέρα από την τοπική. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η περίοδος ΥΕ IIIA2 (περ. 1370-1300) ήταν και η κύρια περίοδος παραγωγής γυναικείων ειδωλίων στον Μαστό για την εξωτερική αγορά.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δομική αναδιοργάνωση των περιοχών δραστηριότητας που έλαβε χώρα στον οικισμό του Μαστού στις αρχές της ΥΕ περιόδου III, ήταν το αποτέλεσμα της πολιτικής και οικονομικής αλληλεπίδρασης με την άρχουσα τάξη στο σύγχρονο ανακτορικό κέντρο των Μυκηνών. Έτσι, ο Μαστός επηρεάστηκε άμεσα από την άνοδο αλλά και την παρακμή των Μυκηνών.
Η θέση στον λόφο του Μαστού -ο οικισμός και το εργαστήριο- δείχνει να εγκαταλείφθηκε ειρηνικά κατά το μεταγενέστερο τμήμα της ΥΕ περιόδου IIIB2 (περ. 1240-1190 π.Χ.).

Άποψη της συνοικίας του αγγειοπλάστη το 1935
Åke Åkerström Berbati Archive, the Swedish Institute at Athens.

Η συνοικία του αγγειοπλάστη από τον Νότο το 1999
Φωτογραφία της Berit Wells

Οι ανασκαφές στη συνοικία του αγγειοπλάστη
Åke Åkerström Berbati Archive, the Swedish Institute at Athens.

ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Οι “Μικρές Κυρίες” του Μπερμπατίου
Κατά τις ανασκαφές του λόφου του Μαστού τις δεκαετίες του 1930 και του 1950, τεκμηριώθηκαν θραύσματα 139 γυναικείων ειδωλίων αξιόλογης παραγωγής, που πιθανότατα αποτελούσαν μέρος της παραγωγής του εργαστηρίου του αγγειοπλάστη και προορίζονταν για διανομή στην ευρύτερη περιοχή και ακόμα και πέρα από αυτήν.
Άλλα 7 πλήρη ειδώλια βρέθηκαν σε δύο θαλαμωτούς τάφους της Δυτικής Νεκρόπολης κατά τη διάρκεια ανασκαφών τη δεκαετία του 1930.
Μετά την παρακμή των Μυκηνών
Παρά τα προφανή πλεονεκτήματα, όπως η εύκολα υπερασπίσιμη θέση και η γειτνίαση με πηγές νερού και γόνιμα εδάφη, ο λόφος του Μαστού και το άμεσο περιβάλλον του δεν κατοικήθηκαν την περίοδο μετά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού.
Έχει προταθεί η άποψη ότι στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (περ. 1100-800 π.Χ.) και αργότερα, ως τις αρχές της ελληνιστικής περιόδου (περ. 323- 31 π.Χ.), οι θέσεις της Εποχής του Χαλκού -ιδιαίτερα οι πιο υπερυψωμένες θέσεις- προορίζονταν γενικά για θρησκευτικές χρήσεις. Η επίγνωση του ηρωικού παρελθόντος κατά την αρχαϊκή και την κλασική περίοδο κατέστησε κατά πάσα πιθανότητα τα ίδια τα κέντρα της Εποχής του Χαλκού απαγορευμένα για οικιστική εγκατάσταση. Έτσι, είναι πιθανό να υπήρχε στην κορυφή του λόφου του Μαστού ένας λατρευτικός χώρος, ένα ιερό ή κάποιο άλλο είδος θρησκευτικού οικοδομήματος που καταστράφηκε αργότερα από τις κατασκευές της βυζαντινής και μεσαιωνικής περιόδου.
Στην Πρώιμη Ελληνιστική περίοδο (περ. 323-167 π.Χ.), ο καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή ενός τόπου εγκατάστασης δεν ήταν πλέον η ασφαλή τοποθεσία αλλά η εγγύτητα με οδούς επικοινωνίας. Έτσι, το οικιστικό κέντρο στην κοιλάδα του Μπερμπατίου μετακινήθηκε από τον Μαστό στο ανατολικό τμήμα της κοιλάδας, κοντά στην Κοντοπορεία Οδό, η οποία ήταν η κύρια οδός επικοινωνίας μεταξύ της Αργολίδας και της Κορινθίας, και όπου ταυτοποιήθηκαν μια συστάδα από πυργόμορφα αγροκτήματα καθώς και ένα ιερό άγνωστης θεότητας.
Έτσι, δεν βρέθηκαν στον λόφο του Μαστού στοιχεία οικισμού ή άλλης δραστηριότητας κατά τις περιόδους μεταξύ του τέλους της Εποχής του Χαλκού και της Ύστερης Αρχαιότητας.

Ο Μαστός της Ύστερης Αρχαιότητας & του Μεσαίωνα
Κατά την Ύστερη Αρχαιότητα (περίπου 250 π.Χ.-750 μ.Χ.) δεν υπάρχουν μαρτυρίες για μεγάλο ή και μόνιμο οικισμό στο λόφο του Μαστού, με εξαίρεση δύο μικρών κατοικιών που φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκαν μόνο για μικρό χρονικό διάστημα, σημάδι ότι ο λόφος χρησιμοποιήθηκε μάλλον για καλλιέργεια και κτηνοτροφία.
Η κατάσταση αλλάζει κατά τη μεσαιωνική περίοδο, όταν κατά τον 11ο-13ο αιώνα υπήρχε ένας οχυρός οικισμός αρκετά μεγάλων διαστάσεων, με κέντρο την κορυφή του λόφου και με χώρους δραστηριότητας στις γύρω αναβαθμίδες και στις βορειοδυτικές πλαγιές. Δεν έχει διευκρινιστεί εάν η οχύρωση χρησιμοποιήθηκε από τους κατοίκους της κοιλάδας σε περιόδους αναταράξεων ή από μόνιμες ή ημιμόνιμες φρουρές ή αμυντικές δυνάμεις.
Ταυτόχρονα, στην κοιλάδα του Μπερμπατίου υπήρχε ένας αριθμός μικρότερων οικισμών και αγροκτημάτων, μαζί με πολλά παρεκκλήσια και ίσως και ένα μοναστήρι. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το «Παλιό Χωριό» του Μπερμπατίου βρισκόταν σε μια πλαγιά βορειοανατολικά του Μαστού, ώσπου εγκαταλείφθηκε γύρω στο 1700 και μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση στο ανατολικό τμήμα της κοιλάδας. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η περιοχή γύρω από τον Μαστό ήταν καλά κατοικημένη κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους και η οχύρωση στην κορυφή του λόφου μπορεί να συνδεόταν με το παλιό χωριό στα βορειοανατολικά.
Η κεραμική καλύπτει όλους τους τύπους ειδών: γλασσαρισμένα κεραμικά, σκεύη οικιακής χρήσης, αποθηκευτικά σκεύη και μαγειρικά σκεύη. Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αποτελούνται από ένα στιβαρό οχυρωματικό τείχος που εκτείνεται από την ανατολική γωνία του λόφου, κατά μήκος της βόρειας πλευράς της κορυφής του λόφου έως τη βορειοδυτική γωνία, ακολουθώντας πιστά την μορφολογία του εδάφους. Στο τείχος χτίστηκαν δύο προμαχώνες, ένας στη βορειοανατολική γωνία και ένας στη βόρεια πλευρά. Το τείχος και οι προμαχώνες είναι χτισμένοι με τη τεχνική της ξερολιθιάς και αποτελούνται από φαινομενικά ακατέργαστους λίθους διαφορετικών διαστάσεων και τοπικής προέλευσης, η πλειονότητα των οποίων πιθανότατα να επαναχρησιμοποιήθηκε από παλαιότερες κατασκευές στο λόφο. Η είσοδος στην κορυφή του λόφου βρισκόταν στο δυτικό άκρο του βόρειου τοίχου όπου φαίνεται ακόμη ένα άνοιγμα.
Ο σκοπός του τείχους στην κορυφή του λόφου ήταν πιθανώς διττός: χρησιμοποιήθηκε εν μέρει ως τοίχος αντιστήριξης, διατηρώντας τις μάζες χώματος στη επάνω αναβαθμίδα στη θέση τους, εν μέρει ως οχυρωματικό τείχος. Ο απότομος χαρακτήρας της κορυφής του λόφου στις ανατολικές, νότιες και δυτικές πλευρές του έκανε αδύνατη την διαμόρφωση σε αναβαθμίδες και περιττή την οχύρωση.
Η τοποθεσία του Μαστού εγκαταλείφθηκε κάποια στιγμή μετά την κατάληψη των Φράγκων το 1204, προς τα μέσα του δέκατου τρίτου αιώνα. Η διαίρεση της Πελοποννήσου μεταξύ των Φράγκων προκάλεσε επαναλαμβανόμενους πολέμους μεταξύ Βυζαντινών και Φράγκων αλλά και Φράγκων και Ενετών κατά το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα. Οι διαιρέσεις γης και η ιδιοκτησία γης πιθανότατα άλλαξαν επανειλημμένα, γεγονός που οδήγησε στην εγκατάλειψη της τοποθεσίας του λόφου του Μαστού.

Άποψη του μεσαιωνικού οχυρωματικού τείχους του λόφου

Άποψη του μεσαιωνικού οχυρωματικού τείχους του λόφου

Άποψη του μεσαιωνικού οχυρωματικού τείχους του λόφου

Φυσική οχύρωση
Κατά τη μεσαιωνική περίοδο, ο Μαστός ήταν ένας οχυρωμένος οικισμός σημαντικών διαστάσεων με χώρους δραστηριότητας στις γύρω αναβαθμίδες και στις βορειοδυτικές πλαγιές του λόφου. Ο απότομος χαρακτήρας της κορυφής του λόφου του Μαστού στην ανατολική, νότια και δυτική πλευρά έκανε περιττή την οχύρωση σε αυτά τα σημεία. Η πρόσβαση ήταν δυνατή μόνο από τη βόρεια πλευρά όπου χτίστηκε ένας στιβαρός οχυρωματικός τείχος.
Το αν αυτή η οχύρωση ήταν συνδεδεμένη με το «Παλιό Χωριό» στα βορειοανατολικά και χρησιμοποιήθηκε από τους κατοίκους της κοιλάδας σε περιόδους αναταράξεων ή από λίγο πολύ μόνιμες φρουρές ή αμυντικές δυνάμεις παραμένει ασαφές.
Στην ηπειρωτική Ελλάδα, οι οικισμοί στις κορυφές λόφων ήταν πολύ διαδεδομένοι από τον 12ο έως τον 14ο αιώνα και αντανακλούν τις πολιτικά ταραγμένες συνθήκες που επικρατούσαν σε αυτούς τους αιώνες.
Στον Μαστό, η κορυφή του λόφου θεωρείται ότι αντιπροσωπευτική της ιστορίας και των πολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν στη περιοχή κατά τον 12ο και 13ο αιώνα.
Οι Ανασκαφές των Σουηδών
Το καλοκαίρι του 1934, οι Axel W. Persson (1888-1951), Gösta Säflund (1903-2004) και Erik J. Holmberg (1907-1997) μαζί με τον επιστάτη του Persson στις ανασκαφές των Δενδρών, Κώστα Μπακάκα, πέρασαν μια μέρα εξερευνώντας τη Κοιλάδα του Μπερμπατίου και αποφάσισαν ότι η πιο πολλά υποσχόμενη τοποθεσία ήταν οι ανατολικές πλαγιές του λόφου του Μαστού.
Οι εξερευνήσεις της περιοχής που αργότερα έγινε γνωστή ως «Η Συνοικία του αγγειοπλάστη» ξεκίνησαν το 1936 από τον Persson, με τον Åke Åkerström (1902-1991) να ενώνει δυνάμεις μαζί του. Εγκατέστησαν τη κατασκήνωσή τους στις βόρειες πλαγιές της Εύβοιας, κοντά στο ξωκλήσι της Παναγίας και τα αξιοποιημένα νερά μιας πλούσιας πηγής, όπου καθάριζαν τα ευρήματα. Οι εργασίες αυτές συνεχίστηκαν το 1937 και την ίδια χρονιά, στη νότια πλαγιά του λόφου, ο Gösta Säflund ανακάλυψε τον Πρωτοελλαδικό και Μεσοελλαδικό οικισμό. Κατά την περίοδο 1937-1938, ο Åkerström συνέχισε να εργάζεται στη Συνοικία του αγγειοπλάστη μέχρι που ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έβαλε τέλος σε όλες τις ανασκαφές στην Ελλάδα. Οι έρευνες ξανάρχισαν μόνο το 1953, την τελευταία πλήρη περίοδο ανασκαφών. Μια σύντομη περίοδος το 1959 τερμάτισε τις ανασκαφές στον Μαστό.
Οι ανασκαφές στις δεκαετίες του 1930 και του 1950 στο λόφο του Μαστού αποκάλυψαν μια μακρά προϊστορική αλληλουχία κατοίκησης από τη Νεολιθική έως την Υστεροελλαδική περίοδο, με δραστηριότητες και στους μεσαιωνικούς χρόνους.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η Berit Wells (1943-2009) ξεκίνησε μια έρευνα πεδίου σε μεγάλη κλίμακα στην κοιλάδα του Μπερμπατίου, με στόχο να δώσει μια διαχρονική περιγραφή αυτής της πολιτικά και οικονομικά σημαντικής περιοχής σε μια ελάχιστα γνωστή γωνιά της Αργολίδας, αλλά ο λόφος του Μαστού αποκλείστηκε αρχικά από την άδεια λόγω των εκτεταμένων ανασκαφών που έγιναν εκεί τις δεκαετίες του 1930 και του 1950.
Μόλις το 1999 διεξήχθη μια εντατική επιφανειακή έρευνα τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο στο λόφο του Μαστού. Ο λόφος χωρίστηκε σε μικρά τμήματα και η στρατηγική που εφαρμόστηκε από τους αρχαιολόγους ήταν μια εντατική δειγματοληψία όπου οι περιπατητές περπατούσαν ώμο με ώμο και συγκέντρωναν όλα τα αντικείμενα που ήταν ορατά στην επιφάνεια κάθε τμήματος. Το υλικό που συλλέχτηκε, περίπου 97.000 θραύσματα κεραμικής, μελετήθηκε το καλοκαίρι του 2000 στις αποθήκες του Μουσείου του Ναυπλίου, ενώ τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν αναλυτικά ανά περίοδο το 2012.

Åke Åkerström Berbati Archive, The Swedish Institute at Athens.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Säflund G., “Excavations at Berbati 1936-1937″, Stockholm studies in classical archaeology IV, 1965
Wells, B. & M. Lindblom (eds.), “Mastos in the Berbati valley: an intensive archaeological survey”, ActaAth-4°, 54, Stockholm, 2011
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Θολωτός τάφος
Ο Θολωτός Τάφος του Μπερμπατίου βρίσκεται περίπου 550 μ. βορειοδυτικά του λόφου του Μαστού και είναι χτισμένο σε μια απότομη πλαγιά από πορώδη πέτρα. Η παρουσία του υποδηλώνει ότι το Μπερμπάτι ήταν μια μικρή αλλά ανεξάρτητη ηγεμονία …

Η Δυτική Νεκρόπολη
Το νεκροταφείο θαλαμωτών τάφων του Μπερμπατίου βρισκόταν περίπου ένα χιλιόμετρο ΒΔ από τον λόφο του Μαστού, στις χαμηλότερες παρυφές του διάσελου προς Μυκήνες, με προσανατολισμό τον ποταμό Αστερίων…

Η θέση Πυργούθι
Οι πρώτες ανθρώπινες δραστηριότητες στη θέση Πυργούθι χρονολογούνται στο τέλος της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, όταν το επίκεντρο της κατοίκησης μετακινήθηκε από το λόφο του Μαστού στο ανατολικό τμήμα της κοιλάδας…