ΑΝΑΚΑΛΥΨΕ

Ο Θολωτός τάφος του Μπερμπατίου

EXPLORE

Η Θόλος του Μπερμπατίου

Περιγραφή της Θόλου

Jump to

Η κεραμική ανακτορικού ρυθμού

Jump to

Ο χώρος λατρείας της Θόλου

Jump to

Οι ανασκαφές στο θολωτό τάφο

Jump to

Ο ΘΟΛΩΤΟΣ ΤΑΦΟΣ

Περιγραφή της Θόλου

Ο Θολωτός Τάφος του Μπερμπατίου, γνωστό στη περιοχή ως “Ο τάφος του Δασκάλου”, βρίσκεται περίπου 550 μ. βορειοδυτικά του λόφου του Μαστού και είναι χτισμένο σε μια απότομη πλαγιά από πορώδη πέτρα. Ανακαλύφθηκε και ανασκάφτηκε το 1935. Παρότι το πάνω μέρος της θόλου κατέρρευσε ήδη στους γεωμετρικούς χρόνους και το εσωτερικό του έχει λεηλατηθεί από την αρχαιότητα, έχει αποδώσει μερικά εξαιρετικά ενδιαφέροντα κομμάτια κεραμικής ανακτορικού ρυθμού καθώς και άλλα κεραμικά που ανήκαν σε μία μόνο ταφή που χρονολογείται στην ΥΕ II/ΥΕ IIIA1 περίοδο.

Η παρουσία του θολωτού τάφου υποδηλώνει ότι το Μπερμπάτι ήταν μια μικρή αλλά ανεξάρτητη ηγεμονία, πριν από την προσάρτησή του από τις Μυκήνες. Δυστυχώς, τα περισσότερα από τα ευρήματα και τα αγγεία χάθηκαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έχουν απομείνει μόνο μερικές φωτογραφίες. Η κεραμική Ύστερης Γεωμετρικής και Ύστερης Ρωμαϊκής περιόδου που βρέθηκε στο εσωτερικό του τάφου, υποδηλώνει ότι η θόλος επαναχρησιμοποιήθηκε ως λατρευτικός χώρος σε μεταγενέστερες εποχές.

Σε αντίθεση με τους θαλαμοειδείς τάφους που λαξεύονταν σε μαλακά πετρώματα, οι θολωτοί τάφοι είναι μεγάλοι μνημειακοί τάφοι σε σχήμα κυψέλης κατασκευασμένοι από τοιχοποιία σε πλαγιές λόφων ή σε τεχνητές κοιλότητες του εδάφους. Η κατασκευή τους χαρακτηρίζεται από τον θολωτό θάλαμο που δημιουργείται κατά το εκφορικό σύστημα, από την υπέρθεση διαδοχικά μικρότερων δακτυλίων από μεγάλους λίθους. Αυτά τα στρώματα λειαίνονται στη συνέχεια από το εσωτερικό του τάφου, δημιουργώντας  μια λεία επιφάνεια.

Ο Θολωτός τάφος εμφανίστηκε στην Ελλάδα την Ύστερη Εποχή του Χαλκού και χρησιμοποιήθηκε για την ταφή της άρχουσας τάξης και σημαντικών προσώπων. Οι σοροί τοποθετούνταν στο κέντρο του θαλάμου μαζί με πολύτιμα ταφικά αντικείμενα και μετά τις ταφικές τελετές, η είσοδος του τάφου, το «στόμιον», σφραγιζόταν με πέτρινο τοίχο, που χώριζε το εσωτερικό του τάφου από την εξωτερική είσοδο, τον «δρόμο». Οι θολωτοί τάφοι συνήθως περιείχαν περισσότερες από μία ταφές.

Η Θόλος του Μπερμπατίου είναι χτισμένη σε μια απότομη πλαγιά από πορώδες πέτρωμα. Ο δρόμος, έχει μήκος 8 μ. και πλάτος 2,35 μ. στο εξωτερικό άκρο και φαρδαίνει προς το στόμιο, όπου έχει πλάτος 2,50 μ. Σε σύγκριση με άλλους θολωτούς τάφους, ο δρόμος του τάφου του Μπερμπατίου είναι πολύ κοντός λόγω της έντονης κλίσης του εδάφους. Οι τοίχοι είναι αρκετά κάθετοι και υπενδεδυμένοι με τοιχοποιία που αποτελείται από αρκετά μεγάλες επίπεδες πλάκες ασβεστόλιθου ενώ τα διάκενα είναι γεμάτα με μικρότερες σφηνοειδείς πέτρες. Το εξωτερικό άκρο του δρόμου κλείνει με εγκάρσιο τοίχωμα ακατέργαστων ακάλυπτων ογκόλιθων ακανόνιστου σχήματος. Δεν παρατηρείται κλίση στο επίπεδο του εδάφους του δρόμου.

Longitudinal section
Longitudinal section of the Berbati Tholos Tomb

Το στόμιον είναι ύψους πάνω από 3 μέτρα και  έχει βάθος σχεδόν τα 4 μέτρα με πλάτος μεταξύ 1,40 m (στο πάνω μέρος) και 1,68 m (χαμηλά). Η εξωτερική όψη του στομίου είναι κατασκευασμένη από λαξευμένους πωρόλιθους, δημιουργώντας μια μνημειακή πρόσοψη. Στους αρμούς μεταξύ των λίθων βρέθηκαν ίχνη σοβά.

Οι τοίχοι της θύρας είναι κατασκευασμένοι από αρκετά μεγάλες ακανόνιστες πέτρες, μερικώς μετατοπισμένες στο πάνω μέρος. Μία από τους ογκόλιθους του υπέρθυρου που έλειπαν βρέθηκε χαμηλότερα στην πλαγιά του λόφου κοντά στο εξωτερικό άκρο του δρόμου. Το μέγεθος του τάφου δείχνει ότι πρέπει να υπήρχε και ένα λεγόμενο «ανακουφιστικό τρίγωνο» πάνω από το υπέρθυρο για την εξουδετέρωση των πιέσεων.

Όταν βρέθηκε, η είσοδος εξακολουθούσε να είναι σφραγισμένη από έναν τοίχο χτισμένο με ξερολιθιά και η αρχική γέμιση στο στόμιο βρέθηκε ανέπαφη. Το τείχος αποτελούνταν από ακατέργαστες μικρότερες πέτρες και έφτανε σε ύψος μεταξύ των υψωμάτων τα 2,25 μ., το πάχος ψηλά περίπου  στο 1μ, ενώ χαμηλά στο 1,80μ. Το υπόλοιπο στόμιο ήταν γεμάτο χώμα. Μεταξύ του στομίου και της θόλου πιθανότατα υπήρχε ένας τοίχος από λαξευμένους πωρόλιθους, όπως υποδηλώνει ένας μεγάλος αριθμός ογκόλιθων που βρέθηκαν στην ίδια τη θόλο, υποδεικνύοντας ότι ο τοίχος είχε πέσει μέσα όταν κατέρρευσε η θόλος.

Η είσοδος του τάφου όπως βρέθηκε το 1935 με τη ξερολιθιά που σφράγιζε το στόμιον

Η ίδια η θόλος έχει εσωτερική διάμετρο 8 m και είναι αρκετά κυκλική με πολύ μικρές μόνο ανωμαλίες. Η σχέση μεταξύ της διαμέτρου της θόλου και του μήκους του δρόμου είναι ακριβώς 1:1, κάτι που είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο. Αν και η κλίση του λόφου έπρεπε να ληφθεί υπόψη όταν κτιζόταν μια θόλος, η επιλογή των ίδιων ακριβώς μετρήσεων στη διάμετρο της θόλου και στο μήκος του δρόμου μπορεί να ήταν σκόπιμη.

Οι γκρεμισμένοι τοίχοι της θόλου στέκονται σε ύψος 3,50 μ. κοντά στο στόμιο (πόρτα) και 4,50 μ. στο υψηλότερο σημείο στην απέναντι πλευρά. Το αρχικό ύψος της θόλου έχει υπολογιστεί περίπου ίσο με τη διάμετρο. Η τοιχοποιία του τοίχου της θόλου είναι πολύ τραχιά χωρίς κανονικές αυλακώσεις, σε αντίθεση με την εξαιρετική ποιότητα του τοίχου στον δρόμο και στο στόμιο. Έχει προταθεί η θεωρία πως αυτό υποδηλώνει ότι ο τάφος κατασκευάστηκε ενώ το άτομο που θάφτηκε εκεί ήταν ακόμη ζωντανό. Επιπλέον, κατά την κατασκευή οι πέτρες δεν τοποθετήθηκαν ταυτόχρονα σε δαχτυλίδια σε όλη τη περιμέτρο της θόλου, αλλά σε μικρότερα τμήματα, μερικές φορές ακόμα και σε ύψος οκτώ σειρών λίθων.

Το δάπεδο ήταν καλυμμένο με ένα πολύ λεπτό στρώμα από σοβά. Ο λάκκος του τάφου βρίσκεται στην πλευρά απέναντι από την είσοδο.  Έχει καταστραφεί από τυμβωρύχους και είχα πιθανότατα αρχικά πιο κανονικό σχήμα (2,60 μ x 1 μ x 1,24 μ). Μόνο μικρά θραύσματα του κρανίου, του θώρακα και του μηριαίου οστού βρέθηκαν διάσπαρτα μαζί με κεφαλές βελών, ένα θραύσμα χείλους από ασημένιο αγγείο και πολλά θραύσματα από πιθάρια ανακτορικού τύπου. Τα κεραμικά ευρήματα δείχνουν ότι ο κύριος όγκος των αγγείων ανήκε σε μία μόνο ταφή της περιόδου ΥΕIII A1 και ότι ο τάφος πρέπει να έκλεισε αυτήν την περίοδο.

Στο εξωτερικό άκρο του δρόμου, ένας σωρός από στάχτες και κάρβουνο βρέθηκε πάνω από ένα μικρό λάκκο γεμάτο με οστά ζώων, ενώ ένας παρόμοιος σωρός βρέθηκε ακριβώς μπροστά από το στόμιο του θόλου. Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν την πραγματοποίηση εορτών προς τιμή των προγόνων ως μέρος ταφικών εθίμων.

Ο ΘΟΛΩΤΟΣ ΤΑΦΟΣ

Κεραμική ανακτορικού ρυθμού

Τα θραύσματα κεραμικής ανακτορικού ρυθμού που βρέθηκαν στο λάκκο του τάφου αποδείχτηκε ότι ανήκουν σε πέντε πιθάρια υψηλής ποιότητας.  Τα πιθάρια αποκαταστάθηκαν μετά την ανασκαφή τους, αλλά διαλύθηκαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Αργότερα αποκαταστάθηκαν εκ νέου από το Μουσείο Ναυπλίου με αποκατάσταση των αυθεντικών τμημάτων που έλειπαν με γύψο. Σήμερα, τα πιθάρια φυλάσσονται στις αίθουσες Leonardo του Μουσείου Ναυπλίου και δεν εκτίθενται.

Τα όστρακα αυτών των αγγείων βρέθηκαν σε διάφορα σημεία του τάφου: στο γέμισμα του δρόμου και του στομίου που βρέθηκαν  άθικτα, στα συντρίμμια του θαλάμου και στο λάκκο του τάφου. Θεωρείται ότι αυτή η περίσταση πρέπει να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα ταφικών εθίμων. Φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της κηδείας, τα πιθάρια αυτά έσπασαν εσκεμμένα.

Τα πιθάρια χρονολογήθηκαν με βάση υφολογικά κριτήρια στην περίοδο ΥΕΙΙΑ, αλλά η πιθανότητα μια μεγαλύτερης διάρκειας ζωής για αυτόν τον συγκεκριμένο τύπο κεραμικής έχει προταθεί από άλλους μελετητές. Θεωρείται απίθανο αυτά τα αγγεία να αποτελούν κειμήλια που έχουν διασωθεί από παλιότερες εποχές. Αντιθέτως θεωρείται πιθανό ότι  συνέχιζαν να κατασκευάζονται με παραδοσιακό τρόπο σε μεταγενέστερες εποχές και επομένως είναι σύγχρονα με τον κύριο όγκο της κεραμικής που βρέθηκε στον τάφο και το οποίο ανήκει στην ΥΕ ΙΙΙΑ1 περίοδο.   

Τα πέντε πιθάρια ανακτορικού ρυθμού του θολωτού τάφου του Μπερμπατίου μετά τη δεύτερη αποκατάσταση τους (Frizell, 1984)

Το μεγάλο αγγείο “Πάπυρος”

Το μεγαλύτερο αγγείο είναι ένα πιθοειδές αγγείο με τρεις λαβές ύψους σχεδόν 1 m (96 cm με μέγιστη διάμετρο σώματος τα 69 cm) και είναι πολύ κομψό τόσο σε σχήμα όσο και σε διακόσμηση. Το κωνικό πυρίμορφο σχήμα του είναι επίμηκες με σχεδόν ευθείες πλευρές και υψηλό λαιμό. Το πιθάρι είναι από πρασινωπό υλικό, η βαφή του κοκκινωπή έως μαύρη. Το πιθάρι αποκαταστάθηκε μετά την ανασκαφή, αλλά σήμερα λείπει η βάση.

Το κάτω μέρος του σώματος είναι πλήρως βαμμένο με δύο ζεύγη γραμμών. Πάνω από αυτό σχηματίζεται ένα κυματιστό περίγραμμα με τρεις παράλληλες γραμμές που ακολουθούν την κυματιστή γραμμή. Αυτό το περίγραμμα δείχνει το τοπίο από το οποίο αναδύονται τα φυτά. Το κύριο μοτίβο αποτελείται από μια ομάδα πέντε φυτών παπύρου που επαναλαμβάνεται τρεις φορές. Το μεσαίο φυτό είναι το υψηλότερο, βρίσκεται στη μέση μεταξύ των λαβών. Τα άλλα είναι διατεταγμένα ανά δυάδες, είναι μικρότερα και λυγίζουν προς τα έξω για να γεμίσουν όλη την επιφάνεια.

Κάτω από κάθε λαβή υπάρχουν τρεις παράλληλες κάθετες κυματιστές γραμμές που αντιπροσωπεύουν μίσχους από τις οποίες φυτρώνουν φύλλα κισσού προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο διάκοσμος πλήρωσης αποτελείται από μεγαλύτερες και μικρότερες ροζέτες , “θαλάσσιες Ανεμώνες” και απλούς σταυρούς, όπως και από ομάδες κυματιστών γραμμών διαφορετικών διαστάσεων. Ανάμεσα στα κύρια μοτίβα στο κάτω μέρος παρεμβάλλονται διπλοί ή τριπλοί μίσχοι με Ιερό Κισσό.

Το αγγείο της “Σουπιάς”

Το δεύτερο μεγαλύτερο πιθοειδές αγγείο με τρεις λαβές (ύψος 75 εκ. και μέγιστη διάμετρο σώματος 52,5 εκ.), αποκαταστάθηκε μετά την ανασκαφή αλλά σώζεται σήμερα σε κομμάτια στην αποθήκη Leonardo του Μουσείου Ναυπλίου, ενώ λείπουν και τμήματα από το κάτω μέρος του σώματος του και η βάση. Το αγγείο κατασκευάστηκε από κοκκινωπό πηλό με μια λεπτή κιτρινωπή επίστρωση, το χρώμα της βαφής είναι σκούρο καφέ έως κόκκινο.

Η βάση και το κάτω μέρος του σώματος ήταν πλήρως διακοσμημένα με τρεις γραμμές. Τρεις σουπιές τοποθετούνται στις ζώνες ανάμεσα στις λαβές και γεμίζουν το υπόλοιπο αγγείο με τα απλωμένα πλοκάμια τους. Ο χώρος μεταξύ των πλοκαμιών είναι γεμάτος με ακανόνιστα λίθινα σχήματα, που αντιπροσωπεύουν τον βυθό της θάλασσας. Σε πολλά σημεία ανάμεσα στα πλοκάμια είναι ζωγραφισμένοι μικροί κύκλοι, ημικύκλια και κουκκίδες, που πιθανόν αναπαριστούν φυσαλίδες που προέρχονται από τις σουπιές που κολυμπούν κάτω από το νερό. Αυτές οι φυσαλίδες, που είναι μάλλον ασυνήθιστες, υποδεικνύουν μια στενή παρατήρηση της φύσης.

Το αγγείο της “Τρέχουσας σπείρας”

Το πιθοειδές αγγείο με τρεις λαβές έχει ύψος 75 εκατ. και μέγιστη διάμετρο σώματος 46 εκατ. ενώ έχει κωνικό πυρόμορφο σχήμα με μάλλον ευθείες πλευρές. Τρεις κάθετες λαβές με ραβδώσεις ήταν τοποθετημένες ψηλά στον ώμο του αγγείου και κάτω από την καθεμία, στο μέσο του σώματος, βρίσκονταν μικρότερες, στρογγυλεμένες.

Μετά την ανασκαφή έγιναν εργασίες αποκατάστασης και αργότερα ξανά από το Μουσείο Ναυπλίου με την αυθεντική βάση να λείπει, η οποία αποκαταστάθηκε με γύψινη. Από τις λαβές μόνο μία διατηρείται σήμερα εν μέρει. Το αγγείο είναι από κιτρινωπό-καφέ, τραχύ υλικό καλυμμένο με μια λεπτή, κιτρινοκόκκινη επίστρωση. Το χρώμα του χρώματος ποικίλλει από κόκκινο γυαλιστερό έως μαύρο, λόγω ανομοιόμορφης οξείδωσης.

Η βάση και ο λαιμός του αγγείου καλύπτονται πλήρως με βαφή. Το κάτω μέρος του σώματος είναι διακοσμημένο με μοτίβο αψίδων, το υπόλοιπο σώμα καλύπτεται με τέσσερις σειρές από μεγάλες τρεχούμενες σπείρες, όλες ενωμένες με εξαίρεση την ανώτερη σειρά στον ώμο του αγγείου όπου οι λαβές διακόπτουν το σπειροειδές σχέδιο. Στο κέντρο κάθε σπείρας υπάρχει ένα διάκοσμος πλήρωσης, ένας «Ιερός κισσός» με τριγωνική γέμιση στη βάση. Ο χώρος ανάμεσα στις σπείρες είναι διακοσμημένος με ρόμβους. Στο πάνω μέρος του ώμου κάτω από το λαιμό τρέχει μια ταινία με φυτικό διάκοσμο. Οι λαβές είναι βαμμένες με κάθετα μοτίβα σε σχήμα V.
Στην Πύλο και στα Δενδρά έχουν βρεθεί αγγεία ίδιας μορφής και παρόμοιας διακόσμησης.

Το μικρότερο αγγείο “Πάπυρος”

Αυτό το πιθοειδές αγγείο με τρεις λαβές έχει ύψος 57 εκατ. και μέγιστη διάμετρο σώματος 40,3 εκατ. Το βάζο έχει κωνικό πυρόμορφο σχήμα με σχετικά ψηλό λαιμό. Τρεις μεγάλες κάθετες ραβδωτές λαβές βρίσκονται στον ώμο και κάτω από κάθε μία από αυτές στο σώμα δύο μικρότερες αυλακωτές. Το υλικό είναι κοκκινωπό και το χρώμα βαφής σκούρο καφέ. Σήμερα λείπουν μεγάλα τμήματα του σώματος και του χείλους τα οποία έχουν αποκατασταθεί σε γύψο.

Η βάση και το κάτω μέρος του σώματος καθώς και ο λαιμός και τα χερούλια είναι καλυμμένα με βαφή. Το αγγείο χωρίζεται σε τρεις ζώνες μέσω των λαβών, κάθε ζώνη είναι διακοσμημένη με φυτικό μοτίβο-παπύρους. Το άνθος του κεντρικού φυτού τοποθετείται ανάμεσα στις λαβές και τα πλευρικά φυτά είναι μικρότερα και γέρνουν προς τα έξω. Η επιφάνεια είναι καλυμμένη με διάκοσμο πλήρωσης όπως Ροζέτες και «Θαλάσσιες Ανεμώνες» καθώς και μεμονωμένα ημικύκλια στη σειρά (φολιδωτός διάκοσμος). Σε κάθε πλευρά του μεσαίου μίσχου ένα λουλούδι υψώνεται σε ένα διπλό μίσχο που πιθανότατα αντιπροσωπεύει έναν «Ιερό κισσό».

Το αγγείο του «Αργοναύτη»

Το πιθάρι είναι κωνικού πυρόμορφου σχήματος με αρκετά στενό λαιμό που φαρδαίνει ελαφρά προς τα πάνω και με φαρδύ οριζόντιο χείλος. Το αγγείο έχει ύψος 55,5 cm και μέγιστη διάμετρο 44 cm. Οι τρεις κατακόρυφες λαβές με μεσαίο ραβδί τοποθετούνται στον ώμο του αγγείου. Το υλικό του κυρίως αγγείου είναι κοκκινοκίτρινο, του χείλους πρασινωπού καφέ-κίτρινου χρώματος, ενώ η βαφή ανοιχτό έως σκούρο καφέ.

Η βάση, ο λαιμός και οι λαβές καλύπτονται με βαφή. Η κύρια διακόσμηση αποτελείται από ένα μεγάλο στυλιζαρισμένο Αργοναύτη σε κάθε ζώνη λαβής και τοποθετείται στη ζώνη του ώμου και στο πάνω μέρος του σώματος του αγγείου. Τα πλοκάμια μετατρέπονται σε πραγματικές σπείρες, απεικονίζοντας έναν αφαιρετικό (ασώματο) Αργοναύτη. Ο διάκοσμος πλήρωσης αποτελείται από μεμονωμένους κύκλους με κουκκίδες τριγύρω, λεγόμενες «Θαλάσσιες ανεμώνες» και τμήματα ομόκεντρων κύκλων, που αντιπροσωπεύουν ένα θαλάσσιο περιβάλλον (trefoil rock work). Κάτω από κάθε λαβή υπάρχει μια σπείρα. Η διακοσμημένη ζώνη περικλείεται από μια πλατιά ταινία, πλαισιωμένη με λεπτές γραμμές, τοποθετημένη στο πάνω μέρος του σώματος του αγγείου λίγο πιο πάνω από τη μέση.

Ο ΘΟΛΩΤΟΣ ΤΑΦΟΣ

Ο χώρος λατρείας της Θόλου του Μπερμπατίου

Μία από τις σημαντικότερες τοποθεσίες της Ύστερης Γεωμετρικής και Αρχαϊκής περιόδου στην κοιλάδα του Μπερμπατίου ήταν ο λατρευτικός χώρος στη θόλο της ΥΕ περιόδρου II. Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι ο χώρος του τάφου επαναχρησιμοποιήθηκε ως θρησκευτικός χώρος από την Ύστερη Γεωμετρική ΙΙ (περίπου 735–700 π.Χ.) έως τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., πιθανόν και λίγο περισσότερο. Ενώ η ακριβής φύση της λατρείας είναι άγνωστη, συνήθως ερμηνεύεται ως λατρεία κάποιου ήρωα ή τάφου. Παρόμοιες λατρείες σε παλιούς θολωτούς τάφους είναι πολύ γνωστές από άλλες περιοχές της Αργολίδας καθώς και από τον υπόλοιπο μυκηναϊκό κόσμο.

Η κοιλάδα του Μπερμπατίου είχε παραμείνει ουσιαστικά ακατοίκητη από το τέλος της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Πρώιμοι ή μέσοι γεωμετρικοί τάφοι (900-760 π.Χ.) βρέθηκαν στις δυτικές πλαγιές του ρέματος του Κεφαλαρίου (Αστερίων) και στο φρύδι του λόφου Φυτεσούμια, αλλά μόνο στην Ύστερη Γεωμετρική περίοδο (760-700 π.Χ.) ξεκίνησε η επανεγκατάσταση της κοιλάδας. Η Ύστερη Γεωμετρική και Αρχαϊκή δραστηριότητα επικεντρώθηκε στο βορειοδυτικό τμήμα της κοιλάδας και ο οικισμός εξαπλώθηκε από τα δυτικά προς τα ανατολικά, υποδηλώνοντας ότι οι υστερογεωμετρικοί άποικοι εισήλθαν στην κοιλάδα από τα δυτικά, προερχόμενοι από το πέρασμα των Μυκηνών.

Τον 8ο αιώνα π.Χ., το Άργος ήταν ο κύριος οικισμός της Αργολίδας και έλεγχε ολόκληρη την Αργειακή πεδιάδα. Εφόσον εικάζεται μια αύξηση του πληθυσμού ολόκληρης της Αργολίδας, είναι πιθανό να αυξήθηκε και ο πληθυσμός των Μυκηνών δημιουργώντας ανάγκη για εδαφική επέκταση, η οποία θα πρέπει να ήταν περιορισμένη προς την πεδιάδα, λόγω του ελέγχου που ασκούσε το Άργος. Έτσι οι Μυκήνες έπρεπε να στραφούν προς την ενδοχώρα.

Η ίδρυση του Αργείου Ηραίου γύρω στο 700 π.Χ. έχει ερμηνευθεί ως πολιτική οριοθέτηση από την πλευρά του Άργους και ως δείκτης των ανατολικών συνόρων. Οι Μυκήνες ένιωσαν την πρόκληση και έπρεπε να επιδείξουν την τοπική και πολιτική τους ανεξαρτησία έναντι του Άργους ξεκινώντας τις δικές τους λατρείες στους θόλους και τους θαλαμοειδούς τάφους και κυρίως με την ίδρυση ενός νέου ιερού, το «Αγαμεμνόνειον», αφιερωμένο στον Αγαμέμνονα, τον βασιλιά των Μυκηνών που ηγούνταν των Ελλήνων κατά τον Τρωικό πόλεμο. Η λατρεία στη Θόλο του Μπερμπατίου θα μπορούσε να εξηγηθεί με την ίδια λογική.

Η αρχαιότερη δραστηριότητα στον θόλο του Μπερμπατίου σημειώνεται στο τέλος της Ύστερης Γεωμετρικής ΙΙ περιόδου (735-700 π.Χ.), ενώ το αρχαιότερο οικιστικό υλικό από την κοιλάδα χρονολογείται την Ύστερη Γεωμετρική Ι περίοδο (760-735 π.Χ.), μια μικρή αν και σαφής χρονική διαφορά, που υποδηλώνει ότι οι προσφορές στον θολωτό τάφο δεν ξεκίνησαν ταυτόχρονα με την κατάληψη της κοιλάδας για εγκατάσταση.

Μια εξήγηση που προτάθηκε είναι ότι η θόλος δεν είχε ακόμη υποχωρήσει ή απλώς δεν είχε ανακαλυφθεί έως ότου η κοιλάδα είχε επανακατοικηθεί για μια ή δύο γενιές. Οι κάτοικοι του Μπερμπατίου για να ενισχύσουν τους δεσμούς τους με τη γη και να δείξουν ότι ανήκαν εκεί, άρχισαν να σημαδεύουν την περιοχή τους τοποθετώντας προσφορές στον τάφο, όπως έκαναν οι Μυκηναίοι.

Δεδομένου ότι ο δρόμος του θολωτού τάφου δεν ανοίχτηκε ποτέ, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι επισκέπτες της Υστερογεωμετρικής εποχής είχαν πρόσβαση στον τάφο μέσω της οροφής του θαλάμου.

Αφιερώματα από το χώρο λατρείας του θολωτού τάφου του Μπερμπατίου
Εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Αργειακό ειδώλιο έφιππου πολεμιστή, 7ος-6ος αι. π.Χ.
Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Αργειακός κρατηρίσκος με γυναικείες προτομές, γύρω στο 600-575 π.Χ.
Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Αργειακό ειδώλιο καθιστής γυναικείας μορφής, 6ος αι. π.Χ.
Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου

Η ανασκαφή του δρόμου του θολωτού τάφου στο Μπερμπάτι το 1935
Αρχείο Μπερμπατίου Erik Stahl, Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών
ΙΣΤΟΡΙΑ

Οι ανασκαφές στο θολωτό τάφο του Μπερμπατίου

Ο θολωτός τάφος δεν ανακαλύφθηκε κατά το πρώτο αναγνωριστικό ταξίδι που έκαναν οι Axel W. Persson, Gösta Säflund και Erik J. Holmberg το καλοκαίρι του 1934, αλλά μετά τα πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα της επιφανειακής έρευνας, ο Persson είχε δηλώσει σε συνέντευξή του σε σουηδική εφημερίδα ότι θα έβρισκε έναν θολωτό τάφο στην κοιλάδα. Περίπου μια εβδομάδα μετά την έναρξη των εργασιών πεδίου, τον Ιούλιο του 1935, ο Persson βρήκε σε κάποια απόσταση βορειοδυτικά του λόφου του Μαστού μια μεγάλη πέτρινη πλάκα, που συνήθως χρησιμοποιούνταν στις Μυκήνες για τις πλάκες του υπέρθυρου σε θολωτούς τάφους. Κοντά σε αυτή τη μεγάλη πλάκα, βρέθηκαν μικρότεροι επεξεργασμένοι ασβεστολιθικοί λίθοι. Ο Persson κατάλαβε αμέσως ότι αυτά ήταν τα κατάλοιπα ενός θολωτού τάφου που είχε καταρρεύσει και η πρώτη δοκιμαστική τάφρος επιβεβαίωσε τη θεωρία του.

Η ανασκαφή ξεκίνησε την ίδια χρονιά μετά την απόκτηση της γης όπου βρισκόταν η θόλος, αλλά κατά τον πρόωρο θάνατό του το 1950, ο Persson δεν είχε δημοσιεύσει την έρευνά του. Πιθανότατα είχε σκοπό να επεκτείνει τη γενική αναφορά για τη θόλο και τα ευρήματα της σε μια ευρύτερη μελέτη και έρευνα της κεραμικής ανακτορικού ρυθμού. Ο Persson πίστευε ότι μπορούσε να αναγνωρίσει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της ηπειρωτικής χώρας και να ξεχωρίσει τον ανακτορικό ρυθμό της ηπειρώτικης χώρας από εκείνο της Κνωσού, αλλά δεν ολοκλήρωσε ποτέ το έργο του.

Το ημιτελές χειρόγραφό του εντοπίστηκε τη δεκαετία του 1970 και ο Åke Åkerström, ο οποίος είχε αναλάβει την ευθύνη για την έρευνα στο Μπερμπάτι εκείνη την εποχή, ζήτησε από την Barbro Santillo Frizell να ξαναμελετήσει το υλικό.

Δυστυχώς, μεγάλο μέρος του υλικού, δηλαδή τα περισσότερα ευρήματα και πολλά αγγεία, χάθηκαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μόνο μερικές φωτογραφίες έμειναν ως τις μέρες μας.

Βιβλιογραφία

Αποκτήστε περισσότερες γνώσεις για τον Θολωτό τάφο του Μπερμπατίου μελετώντας τις πηγές

Ekroth G., “The Late Geometric and Archaic Period”, The Berbati-Limnes Archaeological Survey 1988-1990, Stockholm 1996

Forsell R., “The Roman Period”, The Berbati-Limnes Archaeological Survey 1988-1990, Stockholm 1996

Frizell B.S., “The Tholos Tomb at Berbati”, Opuscula Atheniensia, XV:3, 1984

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η Δυτική Νεκρόπολη

Το μυκηναϊκό νεκροταφείο βρισκόταν περίπου ένα χιλιόμετρο ΒΔ από το λόφο του Μαστού, στις δυτικές όχθες του άλλοτε ποταμού Αστερίωνα. Από τους συνολικά δώδεκα θαλαμωτούς τάφους, ανασκάφτηκαν τον Ιούνιο-Ιούλιο 1936 από τον Gösta Säflund οι οκτώ.

Ο Λόφος του Μαστού

Από σημαντικό οικισμό της Ύστερης Νεολιθικής εποχής και σπουδαίο χώρο παραγωγής μυκηναϊκής κεραμικής σε οχυρωμένο οικισμό κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, ο λόφος του Μαστού υπήρξε το πιο κυρίαρχο ορόσημο της κοιλάδας ανά τους αιώνες.

Η θέση Πυργούθι

Οι πρώτες ανθρώπινες δραστηριότητες στη θέση Πυργούθι χρονολογούνται στο τέλος της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, όταν το επίκεντρο της κατοίκησης μετακινήθηκε από το λόφο του Μαστού στο ανατολικό τμήμα της κοιλάδας…

Κύλιση στην κορυφή